15-8-1940: Ο τορπιλισμός της Έλλης, από Ιταλικό υποβρύχιο Delfi

Καλοκαίρι του 1940. Την περιόδο εκείνη, η Ευρώπη, βρίσκονταν στην δίνη του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Η Ελλάδα, περίμενη την επίθεση των Ιταλών. Η Ελλάδα προετοιμάζονταν για τον πόλεμο, ενώ οι Ιταλοί συχνά παρενοχλούσαν τα ελληνικά πλοία.  Στις 12 Ιουλίου 1940 δέχονται αεροπορική επίθεση το βοηθητικό πλοίο φάρων «Ωρίων» και το αντιτορπιλικό «Ύδρα» ανοιχτά της Γραμβούσας στην Κρήτη. Οι προκλητικές αυτές ενέργειες των Ιταλών θα συνεχιστούν και θα κλιμακωθούν ακόμη περισσότερο. Στις 30 Ιουλίου τα αντιτορπιλικά «Βaσιλεύς Γεώργιος» και «Βασίλισσα Όλγα» και δύο ελληνικά υποβρύχια ενώ βρίσκονταν στον όρμο της Ναυπάκτου, ιταλικό αεροπλάνο έρριψε εναντίον τους τέσσερις βόμβες χωρίς να πετύχει το στόχο του και διέφυγε με μεγάλη ταχύτητα προς νότο. Η κορύφωση των προκλήσεων συνεχίζεται με το βομβαρδισμό της ακτοφυλακίδας Α5 την ώρα που έπλεε μεταξύ Σαλαμίνας και Αίγινας.Ανάλογες πιέσεις ασκούνται και σε διπλωματικό επίπεδο με την Ιταλία να προσπαθεί να εμπλέξει την Ελλάδα σε γεγονότα που θα δήλωναν μια σαφή στήριξη των Άγγλων στο Αιγαίο ενώ η προπαγάνδα συνεχίζεται και με τη διάδοση ψευδών ειδήσεων από τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης.

Στο επίτελείο, υπήρχαν δύο διαφορετικές απόψεις. Ο αρχηγός Στόλου, Αντιναυάρχος Επαμεινώντας Καββαδίας, ήθελε όλα τα πλοία στον Ναύσταθμό, για να τα προφυλάξει, από Ιταλικές αεροπορικές επιθέσεις, ενώ ο Ιωάννης Μεταξάς, διασκορπισμένα σε όλο το Αιγαίο.  

Επικράτησε η άποψη του Ναυάρχου Καββαδία. Όλα τα πλοία ήταν στον Ναύσταθμο Σαλαμίνας. Το Έλλη, δεν ήταν με τα υπόλοιπα πλοία, αλλά αγκυροβόλησε στον Αδάμαντα της Μήλου.  Την εποχή εκείνη, το ελληνικό κράτος είχε αναγνωρίσει οτι η εικόνα της Παναγίας ήταν θαυματουργή και έστελνε κάθε χρόνο στο νησί πολεμικά πλοία, για τον εορτασμό. 

Το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού, αρχικά είχε αρνηθεί να στείλει απροστάτευτα πλοία. Διαφορετική άποψη είχε ο υφυπουργός Ναυτικών, Ιπποκράτης Παπαβασιλείου.  Τελικά αποφασίστηκε να σταλεί πλοίο στο νησί, για να ρίξουν στάχτη στα μάτια των εχθρών, αλλά και των ελλήνων, οτι δεν τρέχει τίποτα. Αρχικά, ήταν να σταλεί το Βασιλεύς Γεώργιος, ένα από τα καλύτερα και πιο σύχρονα πλοία του ελληνικού στόλου. Η απόφαση, άλλαξε και εστάλη η Έλλη, ένα παλιό πλοίο, ενώ παράλληλα βρίσκονταν και κοντά στην Τήνο. Το ταξίδι Μήλος- Τήνος, έμελλε να ήταν και το μοιραίο. 

Τήνος, Πέμπτη 15 Αυγούστου 1940

Η Ελλάδα τιμά την Κοίμηση της Θεοτόκου και όπως κάθε χρόνο, επίκεντρο των εκδηλώσεων, είναι το νησί της Τήνου. Στο λιμάνι υπάρχει πολύ κίνηση και φτάνουν πλοία με προσκυνητές. Το Ελληνικό καταδρομικό Έλλη, ταξίδεψε όλο το βράδυ και έφθασε στην Τήνο στις 06:25.  

Αγκυροβολεί έξω από το λιμάνι, σημαιοστολίζεται και ετοιμάζεται για την συμμετοχή του Ελληνικού Ναυτικού στις θρησκευτικές εκδηλώσεις στο νησί της Τήνου. 

Στις 07.00 ένα αεροπλάνο, χωρίς διακριτικά, έκανε δύο βόλτες πάνω από το νησί και άλλες δύο πάνω από το Έλλη. Οι πολίτες νόμισαν οτι ήταν ελληνικό αεροπλάνο, το χαιρέτησε. Όμως στο Έλλη, πήραν θέσεις μάχης. 

Στις 08:25, ένα υποβρύχιο χτυπά με τορπίλη το αγκυροβολημένο καταδρομικό, λίγο πριν στείλει το άγημα του στον καθεδρικό ναό του νησιού για την περιφορά της εικόνας της Παναγίας.

Το υποβρύχιο Delfino

Η τορπίλη που εκτοξεύθηκε από το ιταλικό υποβρύχιο DELFΙΝΟ, όπως έγινε γνωστό αργότερα, κτύπησε την Έλλη ακριβώς κάτω από τον μόνο εν ενεργεία λέβητά του. Το αποτέλεσμα ήταν αυτός να εκραγεί και η έκρηξη να δημιουργήσει κάθετη ρωγμή στη δεξιά πλευρά του πλοίου, η οποία στην ίσαλο γραμμή είχε διάμετρο 10 εκατοστών. Συνάμα δημιουργήθηκε τρύπα δύο περίπου μέτρων μεταξύ των δύο  καπνοδόχων του πλοίου ακριβώς πάνω από το σημείο της έκρηξηςΟκτώ μέλη του πληρώματος έχασαν τη ζωή τους, ενώ δεκάδες υπήρξαν και οι τραυματίες. Αποτέλεσμα ήταν να βυθιστεί το πλοίο. Οι άλλες δύο τορπίλες που έβαλε το ιταλικό υποβρύχιο εναντίον των επιβατηγών πλοίων που βρίσκονταν στο λιμάνι της Τήνου ευτυχώς αστόχησαν. Η δεύτερη γκρέμισε μέρος του μόλου του λιμανιού και η τρίτη τρύπησε τον μόλο καμιά 50αριά μέτρα νοτιότερα από το σημείο που χτύπησε η δεύτερη.

Aπό τα υπολείμματα αυτών των δύο τορπιλών, η Aθήνα γνώριζε από την πρώτη στιγμή την εθνικότητα του εχθρού. Oμως ο Mεταξάς αποφάσισε να κρατηθεί μυστική. Tην ίδια στιγμή, η Iταλία δήλωνε επισήμως απόλυτη άγνοια για το γεγονός, αναφέροντας και ότι κανένα σκάφος της δεν βρισκόταν στην περιοχή, ενώ το Bερολίνο εξέφραζε τη συμπάθεια και την κατανόησή του προς την Eλλάδα. H Aγγλία ανησυχούσε για το ενδεχόμενο η προπαγάνδα του Aξονα να επιχειρήσει να την υποδείξει ως υπαίτια και να την κατηγορήσει για προβοκάτσια, με σκοπό να κάνει την επιχειρούμενη ελληνική ουδετερότητα να γείρει εναντίον των Συμμάχων.

 

Αμέσως μετά το  αιφνίδιο κτύπημασύντονες προσπάθειες ανελήφθησαν από τον κυβερνήτη του πλοίου, Χατζόπουλο, ώστε τουλάχιστον να σωθεί το πλοίο προσαράζοντας στα αβαθή του λιμανιού, κάτι όμως που δεν κατέστη δυνατό γιατί τα συστήματα του πλοίου είχαν νεκρώσει μετά τη διάρρηξη των ατμοσωλήνων και την παρεπόμενη διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος. Επιπροσθέτως, το επιβατηγό «Έσπερος» που ανέλαβε τη ρυμούλκηση δεν είχε τη δυνατότητα  που θα μπορούσαν να ρυμουλκήσουν το καταδρομικό, τη στιγμή μάλιστα που η αποκρίκωση της άγκυράς του δεν υπήρξε εφικτή για μια σειρά από λόγους.

Δυστυχώς όμως, δύο φορές τα ρυμουλκά έσπασαν. Εντωμεταξύ η πυρκαγιά που είχε ξεσπάσει στο «Έλλη» ανάγκασε το πλήρωμά του να το εγκαταλείψει. Τελευταίοι το εγκατέλειψαν οι αξιωματικοί και ο κυβερνήτης Χατζόπουλος. Στις 9.45’ το «Έλλη» βυθίστηκε σε βάθος 30 μέτρων. Νεκρός από το πλήρωμα ήταν ο κελευστής Παπανικολάου και τραυματίες άλλοι 29, τέσσερις ήταν τέλος οι αγνοούμενοι.

Η Ιταλική διαταγή

Η διαταγή για τον τορπιλισμό της «Έλλης», δόθηκε από την ιταλό διοικητή των Δωδεκανήσων Τσέζαρε Μαρία Ντε Βέκι, ηγετικό στέλεχος του Φασιστικού Κόμματος της Ιταλίας και πρέπει να ήταν σε γνώση του Ιταλού δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι. Το ιταλικό υποβρύχιο «Delfino» με διοικητή τον υποπλοίαρχο Τζουζέπε Αϊκάρντι ξεκίνησε από τη ναυτική βάση στο Παρθένι της Λέρου το βράδυ της 14ης Αυγούστου, με αποστολή να πλήξει εχθρικά πλοία στην Τήνο, τη Σύρο και στη συνέχεια να αποκλείσει τη Διώρυγα της Κορίνθου.

Οι συγκλονιστικές μαρτυρίες


Οι άνθρωποι που συγκεντρώθηκαν στο λιμάνι της Τήνου το 1940 για να παρακολουθήσουν τον καθιερωμένο εορτασμό της γιορτής της Μεγαλόχαρης δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι θα γίνονταν μάρτυρες σε αυτό που θεωρήθηκε πρελούδιο του ελληνοϊταλικού πολέμου.

Ο συνταξιούχος εκπαιδευτικός Γιώργος Αμιραλής ο οποίος την εποχή εκείνη ήταν μαθητής Δημοτικού περιγράφει: 

«Ολα έμοιαζαν να κυλούν κανονικά, η μέρα ήταν ηλιόλουστη, μικροπωλητές διαλαλούσαν την πραμάτεια τους στον δρόμο, ενώ κάποια βαπόρια είχαν σταθμεύσει στο λιμάνι προκειμένου να παρακολουθήσουν τον εορτασμό. Το Έλλη” που εκπροσωπούσε το Πολεμικό Ναυτικό, όπως γινόταν κάθε χρόνο με κάποιο πολεμικό πλοίο στον εορτασμό, βρισκόταν αγκυροβολημένο σε απόσταση περίπου 600 μέτρων. Κατά τις 8.20 πέταξε σε χαμηλό ύψος πάνω από το λιμάνι ένα αεροπλάνο, ο κόσμος το θεώρησε ελληνικό και το χαιρέτησε βγάζοντας το καπέλο και κουνώντας τα μαντίλια του»

Όπως αποδείχτηκε τελικά το αεροπλάνο ήταν εκεί για να κάνει αναγνώριση πριν από την επίθεση του ιταλικού υποβρυχίου «Ντελφίνο» που ακολούθησε. Ξαφνικά ακούγεται ένας τρομακτικός θόρυβος.

Ο συνταξιούχος ναυτικός Γιώργος Μαλλιάρης περιγράφει :

«Καθόμουν σε μια βαρκούλα αραγμένη στο λιμάνι. Ακούγεται το μπαμ, βλέπω το κατάρτι και τις σημαίες με τις οποίες ήταν στολισμένο το πλοίο να κατεβαίνουν σιγά σιγά. Μόλις ακούστηκε ο θόρυβος επικράτησε πανικός, μας λέγανε απομακρυνθείτε, έγινε έκρηξη στα καζάνια του Ελλη, δεν είχαν περάσει παρά λίγα λεπτά όταν μια δεύτερη τορπίλη χτύπησε στον μόλο. Από την έκρηξη υψώθηκαν νερά, πέτρες και θραύσματα της τορπίλης »

Δευτερόλεπτα αργότερα ακολουθεί η τρίτη τορπίλη. Αυτή θα μπορούσε να είναι η πλέον μοιραία αφού στόχο έχει τα γεμάτα με κόσμο επιβατηγά πλοία που είναι αραγμένα στο λιμάνι.

«Τρύπησε τον μόλο καμιά 50αριά μέτρα νοτιότερα από το σημείο που χτύπησε η δεύτερη και αντί να συνεχίσει προς το επιβατηγό πλοίο που βρισκόταν εκεί καρφώθηκε στον πυθμένα της θάλασσας, πραγματικό θαύμα » θυμάται ο κ. Αμιραλής.

Την ίδια ώρα πάνω στο πλοίο τα μέλη του πληρώματος μάχονται για τη σωτηρία τους. Υπάρχει ήδη ένας βεβαιωμένος νεκρός, αρκετοί τραυματίες και αγνοούμενοι. Όσοι βρίσκονταν την ώρα του τορπιλισμού στο κατάστρωμα τινάχτηκαν και είτε έπεσαν στη θάλασσα είτε ξαναβρέθηκαν στο κατάστρωμα χτυπημένοι. Υπήρχαν όμως και εκείνοι που την ώρα της επίθεσης βρίσκονταν στις καμπίνες τους.

Ο Αντώνης Κούλης, μαθητής Δημοτικού τότε, ο οποίος παρακολούθησε και αυτός από κοντά το δράμα της 15ης Αυγούστου 1940, λέει συγκινημένος:

«Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι τα κεφάλια των ναυτών που είχαν κολλήσει στα φινιστρίνια την ώρα που το πλοίο σιγά σιγά βυθιζόταν»

Αφού έχει καταλαγιάσει κάπως ο πανικός από τις τρεις τορπίλες, το επιβατηγό «Έσπερος» που ήταν ελλιμενισμένο σπεύδει να βοηθήσει το «Έλλη». Επί του σκάφους, πλέον, από τα 200 περίπου άτομα του πληρώματος βρίσκονται μόνο ο πλοίαρχος και οκτώ αξιωματικοί«Το Έσπερος προσπάθησε να ρυμουλκήσει το πλοίο. Το δυσκόλευε το γεγονός ότι το “Έλλη” συνέχιζε να είναι αγκυροβολημένο αφού δεν είχε γίνει δυνατόν να κοπεί η αλυσίδα του. Η πλώρη του “Έλλη” ήταν ήδη μισοβυθισμένη ενώ υπήρχαν και μαύροι καπνοί. Κάποια στιγμή τα σκοινιά του Εσπερου δεν άντεξαν και κόπηκαν » θυμάται ο κ. Κούλης.

Ο κ. Σάββας Απέργης, πρώην δήμαρχος της Τήνου, που επί δημαρχίας του κατασκευάστηκε το μνημείο του «Ελλη» το οποίο βρίσκεται σήμερα στο λιμάνι του νησιού, θυμάται τις στιγμές που ακολούθησαν τον τορπιλισμό:

«Υστερα από προτροπή του Μητροπολίτη Φιλάρετου η λιτανεία με την ιερή εικόνα έγινε κανονικά»

Ο κ. Αμιράλης καταλήγει :

«Φυσικά η λιτανεία είχε πένθιμο χαρακτήρα. Ο κλήρος δεν φορούσε τα προβλεπόμενα για την περίσταση εορταστικά άμφια, αλλά το μαύρο ράσο. Ηταν το ελάχιστο που μπορούσε να γίνει για τους εννιά ναυτικούς που χάθηκαν Για εμάς τους Τηνιακούς το έπος του ΄40 ξεκινά με τον τορπιλισμό της “Ελλης”. Οταν το πλοίο βυθίστηκε, μια άσπρη λαδιά έμεινε σημάδι πάνω στη θάλασσα. Τον καιρό της Κατοχής όταν η θάλασσα ήταν γαλήνια η λαδιά διακρινόταν από το λιμάνι»

Οι νεκροί

Αναφορικά με τα θύματα της ««Έλλης»» ήταν συνολικά 9 σε σύνολο 210 ανδρών πληρώματος. Ο Υποκελευστής Ι. Μαντούβαλος και τρεις ναύτες θερμαστές (Ι. Μπόνος, Ι Ανατσελόπουλος, Γ. Γρίβας) που είχαν βάρδια στο λεβητοστάσιο, σκοτώθηκαν ακαριαία. Αγνοούμενοι θεωρήθηκαν οι δύο θερμαστές, Δ. Καλλίας και Δ. Τομαράς, οι οποίοι πιθανότατα βρίσκονταν κοντά στο λεβητοστάσιο. Επίσης, κατέληξαν αργότερα στο νοσοκομείο της Τήνου ο αρχικελευστής Π. Κατσαΐτης, ο κελευστής Ν. Παπανικολάου και ο ναύτης – αρμενιστής Μ. Πέτας. Οι τραυματίες ανέρχονταν σε 29 άνδρες. Στα θύματα της ημέρας εκείνης πρέπει να συμπεριλάβουμε και το θάνατο μιας γυναίκας, αρμενικής καταγωγής, που βρισκόταν στην παραλία της Τήνου, από ανακοπή καρδιάς.

Οι διεθνείς αντιδράσεις 

Τα ξένα πρακτορεία ειδήσεων, καθώς και οι διπλωματικοί κύκλοι βοούσαν ότι το υποβρύχιο που πραγματοποίησε την επίθεση κατά της «Έλλης» ήταν ιταλικό.]Στον αγγλικό τύπο, και λόγω της εμπόλεμης κατάστασης μεταξύ των δυο κρατών, διατυπωνόταν ξεκάθαρες υπόνοιες περί της ιταλικής εθνικότητας του υποβρύχιου, ενώ το Βρετανικό Ναυαρχείο ανακοίνωσε ότι κανένα βρετανικό υποβρύχιο δεν ευρίσκονταν στα ύδατα του Αιγαίου την ημέρα εκείνη. Η ιταλική ενοχή ενισχυόταν και από το γεγονός, ότι οι ιταλικές εφημερίδες που κυκλοφόρησαν την 16η Αυγούστου δεν ανέφεραν τίποτα για το γεγονός.] Αλλά και ο τότε Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα Εμμανουέλε Γκράτσι στα απομνημονεύματά του δηλώνει ότι από τις 18 Αυγούστου ήταν γενική η πεποίθηση του ελληνικού λαού, καθώς και των διεθνών κύκλων, ότι το υποβρύχιο ήταν ιταλικό.

Από την άλλη πλευρά, σε ανακοίνωση του ιταλικού πρακτορείου «Στέφανι», που προπαγάνδιζε τις επίσημες απόψεις της Ρώμης, γινόταν λόγος για συκοφαντικά δημοσιεύματα του αγγλικού τύπου, που άφηναν υπαινιγμούς για την ευθύνη της Ιταλίας. Ακόμα, τα ίδια δημοσιεύματα προσπαθούσαν να επιρρίψουν στην Αγγλία την ευθύνη για τον τορπιλισμό της «Έλλης».

Μετά το τέλος του πολέμου

Από το 1945, ανήμερα της βύθισής του, τελείται σχετική δέηση μνήμης, με ρίψεις στεφάνων πάνω από τον υγρό τάφο του. Σήμερα διατηρείται ως μοναδικό κειμήλιο του πλοίου μικρό πυροβόλο επιφανείας δίπλα από το μνημείο ηρώων του Έλλη στον εσωτερικό λιμενοβραχίονα της Τήνου και στο σημείο που εξερράγη η πρώτη τορπίλη του Ιταλικού υποβρυχίου, καθώς επίσης και τμήματα της τορπίλης σε ειδικό υπόγειο εκθεσιακό χώρο του Ναού της Παναγίας της Τήνου.

Το 1950 στα πλαίσια των πολεμικών επανορθώσεων και σε αντικατάσταση αυτού η Ιταλία παραχώρησε στην Ελλάδα το Καταδρομικό Eugenio Di Savoia το οποίο μετονομάστηκε σε Έλλη II (C-24) τον Ιούνιο του 1951 όπου και ύψωσε την Ελληνική σημαία.

Την περίοδο 1955-1956 το ναυάγιο του Έλλη ανελκύσθηκε τμηματικά και πουλήθηκε ως σκραπ. Σήμερα στον βυθό δεν υπάρχει ούτε ίχνος του.

Το  1985 Έλληνες δύτες ανακάλυψαν στο βυθό της Τήνου τα απομεινάρια της ιταλικής τορπίλης που βύθισε την Έλλη. Το εύρημα εκτίθεται στο Ναυτικό Μουσείο Πειραιώς.

Λίγα λόγια για το πλοίο

Το εύδρομο καταδρομικό Έλλη, ναυπηγήθηκε στην Αμερική, το 1914, για λογαριασμό της Κινεζικής Κυβερνήσεως. Η αρχική ονομασία ήταν Φέι Χουγκ. Όμως λόγω της εθνικής επανάστασης που εκδηλώθηκε την εποχή στην Κίνα, ακυρώθηκε η παραγγελία, με αποτέλεσμα, να ενδιαφερθεί το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό.

Είχε μήκος 98 μέτρα , πλάτος 12 μέτρα βύθισμα 4,3 μέτρα, βάρος 2. 115 τόνους. Δεν είχε σημαντικη θωράκιση, αλλά ένα φοβερό πλεονέκτημα, τα κανόνια του, τα τρία πυροβόλα των 105 χιλιοστών

Το πλοίο πήρε το όνομα του, με αφορμή την νικηφόρα ναυμαχία στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο, με τον ναύαρχο Κουντουριώτη, στις 3 Νοεμβρίου του 1912 Βόρειο Αιγαίο και στον Ελλήσποντο.

Η Έλλη, έχει και ένα θλιβερό προνόμιο, ήταν το τελευταίο καράβι, που απέπλευσε, από την Σμύρνη, τις ημέρες της μεγάλης καταστροφής.

Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Τήνου

Στις 30 Δεκεμβρίου του 1823, η Μοναχή Πελαγία από την Ιερά Μονή Κεχροβουνίου  , είχε το εξής όραμα στον ύπνο της. Είδε μια γυναίκα ντυμένη στα λευκά, να της λέει να σκάψει στο χωράφι του Δοξαρά και να βρεις την εικόνα μου και εκεί να χτιστεί ένας ναός.

Λέγεται ότι είδε τρεις Κυριακές το ίδιο όνειρο και παρακίνησε τον Μητροπολίτη της Τήνου Γαβριήλ να οργανώσει ανασκαφές στον αγρό του Αντωνίου Δοξαρά, στη Χώρα. Οι πιστοί ανταποκρίθηκαν και στις αρχές Σεπτεμβρίου 1822 ξεκίνησαν οι ανασκαφές κατά τις οποίες ήρθαν στο φως τα ερείπια παλαιού ναού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.

Οι κάτοικοι έψαχναν για μήνες την εικόνα. Σταδιακά σταμάτησαν την αναζήτηση, καθώς δεν υπήρχε αποτέλεσμα. Ύστερα από λίγο ξέσπασε επιδημία πανώλης στην Τήνο και αποφασίστηκε να κτισθεί μικρός ναός στον αγρό του Δοξαρά.

Στις 30 Ιανουαρίου 1823, ανήμερα της εορτής των Τριών Ιεραρχών κι ενώ οι εργασίες για την ανέγερση του ναού συνεχίζονταν με πυρετώδεις ρυθμούς, η αξίνα του εθελοντή οικοδόμου Εμμανουήλ Μάτσα ή Σπανού προσέκρουσε στην εικόνα και την έσπασε στα δύο. Μόλις το αντιλήφθηκε, μάζεψε τα σπασμένα κομμάτια της εικόνας κι ενώ επιχειρούσε να τα προσαρμόσει, αυτά κόλλησαν ως εκ θαύματος.

Το γεγονός διαδόθηκε αστραπιαία σ’ όλο το νησί και πλήθη συνέρρευσαν στο σημείο για να προσκυνήσουν την εικόνα. Λίγες μέρες μετά εξαφανίστηκε και η πανώλη από το νησί.

Η είδηση της εύρεσης της εικόνας, κατά την περίοδο της ελληνικής επανάστασης του 1821 θεωρήθηκε καλός οιωνός και το νησί επισκέφτηκαν για αυτό το λόγο οι Κολοκοτρώνης, Μιαούλης, Νικηταράς και Μακρυγιάννης, για να προσκυνήσουν.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *